Θεωρητικό Μέρος
Το
κίνημα του νατουραλισμού
Ο
νατουραλισμός, με θεμελιωτή και σημαντικότερο εκπρόσωπό του τον E.Zola (1840-1902), ώθησε στα άκρα και
με τρόπο ριζοσπαστικό τις αρχές του ρεαλισμού. Πρόκειται για ένα κίνημα που περιλαμβάνει
συγγραφείς, όπως οι Balzac,
Flaubert,
Τolstoy
καιChekhov(Πολίτου-Μαρμαρινού
& Πάτσιου, 2007) και προέκυψε ως αποτέλεσμα των επιδράσεων τριών κύριων παραγόντων.Οι
μεταβλητές αυτές είναι η επιστημονική πρόοδος, η βιομηχανική επανάσταση και η αντίθεση
προς το κίνημα του ρομαντισμού-ιδεαλισμού (Μπαλούμης, 1987).
Εν
αντιθέσει με την περίοδο του ρομαντισμού, η προσοχή δεν εστιάζεται πλέον στη
θρησκεία και τη μεταφυσική, αλλά ως επί το πλείστον στην έρευνα της φύσης και
την ανάπτυξη της οικονομικής και αστικής δραστηριότητας, ενώ δόθηκε ιδιαίτερη
έμφαση στις φυσικές επιστήμες και την τεχνική. Επισημαίνεται πως, η πνευματική
πτήση των ιδεαλιστικών συστημάτων εκτιμήθηκε από το νέο πνεύμα της εποχής μόνο
ως υπεροψία και απόκοσμη ονειροπόληση, γι’ αυτό και ο φιλοσοφικός ιδεαλισμός
παρέδωσε τη θέση στη φυσιοκρατία και τον υλισμό (Feurbach, Vogt, Moleschott,
Buchner, Haeckel), (Reble,
1990). Το ρεαλιστικό πνεύμα της εποχής διέπλασε τομείς και πεδία, όπως η τέχνη,
η λογοτεχνία, η επιστήμη και η μορφωτική ιδέα. Ως βάση της κοινωνικοπολιτικής
ζωής τέθηκε ο εξωτερικός κόσμος. Αναπόφευκτα η μόρφωση κρίθηκε εκείνη την
περίοδο, ως εκπαίδευση της νόησης και ως ευκαιρία για αξιοποίηση του ανθρώπινου
δυναμικού στο όνομα της κοινωνικοοικονομικής ύπαρξης, γι’ αυτό και είναι πιο
ευδιάκριτη η ωφελιμοκρατική προοπτική (Reble, 1990).
Ως
προς τη θεματολογία, ο νατουραλισμός εστιάζει στην πρόθεση της πιστής
αναπαράστασης της ζωής και στην απεικόνιση διαφορετικών ή και προβληματικών
όψεων της (Πάτσιου, 2007). Ειδικότερα, τα σύγχρονα κοινωνικά ζητήματα κατέχουν
προεξέχουσα θέση στα κείμενα των νατουραλιστών (Μπαλούμης, 1987). Επιπλέον, ως
λογοτεχνικό ρεύμα στέκεται και εξετάζει την ερμηνεία των πράξεων των ηρώων και
της εξέλιξής τους, μια ερμηνεία που βασίζεται κατά κανόνα στιςλειτουργίες του
νευρικού συστήματος (Πολίτου-Μαρμαρινού & Πάτσιου, 2007). Πιο συγκεκριμένα,
ο χαρακτήρας και η συμπεριφορά του ατόμου πιστεύεται ότι καθορίζονται απόλυτα
από δύο δυνάμεις, την κληρονομικότητα και το περιβάλλον. Αξίζει, τέλος, να
επισημανθεί πως οι παραπάνω απόψεις αποτελούν προϊόντα της μεταδαρβινικής
βιολογίας του 19ου αιώνα (Abrams, 2012).
Για
τους παραπάνω λόγους, ο πρωταγωνιστής των νατουραλιστών έργων εμφανίζεται να
είναι δέσμιος πολλαπλών καταναγκασμών και πολύ συχνά καταλήγει σε μια ολοσχερή
διάλυση ή καταστροφή (Abrams, 2012). Αξίζει να αναφερθεί πως στην ευρύτερη
έννοια του ρεαλισμού που κατέλαβε το κέντρο του συστήματος των Ελλήνων
πεζογράφων μεταξύ της περιόδου 1880 και 1920, πέρα από την ελληνική παραλλαγή
του ευρωπαϊκού νατουραλισμού (Borghart, 2005)εμπεριέχεταικαι μια
σειρά από διαφορετικούς τύπους ρεαλισμού, όπως τα ειδύλλια (π.χ., Δροσίνης), ο
μαγικός ρεαλισμός (π.χ., Βιζυηνός) και ο κοινωνικός ρεαλισμός (π.χ., Θεοτόκης).Εν
κατακλείδι, ο νατουραλισμός ορίζεται ως μια μορφή ρεαλισμού που επικεντρώνεται
στις πιο βάναυσες και σκληρές πτυχές της σύγχρονης κοινωνίας, καταγγέλλοντας
τις άθλιες κοινωνικές συνθήκες των φτωχών (Vitti, 1991).
Κοινωνικές
και οικονομικές συνθήκες περιόδου 1840-1910
Τα
κυριότερα χαρακτηριστικά των τεσσάρων πρώτων δεκαετιών μετά την ίδρυση του
ελληνικού κράτους είναι οι εξελίξεις στο επίπεδο των θεσμών, η σταδιακή αύξηση
της πληθυσμιακής πυκνότητας, η εμπορευματοποίηση της γεωργίας, η σταδιακή
αποκατάσταση της δημόσιας ασφάλειας, η θεμελίωση των αστικών θεσμών και η
εμπέδωση του θεσμού της ιδιοκτησίας. Επιπλέον χαρακτηριστικά της περιόδου που
εξετάζεται αποτελούν η πτώχευση του ελληνικού δημοσίου το 1893, η ήττα στον ελληνοτουρκικό
πόλεμο το 1897 και η επιβολή διεθνούς οικονομικού ελέγχου το 1898
(Φραγκιαδάκης, 2007). Οι παράγοντες αυτοί καθόρισαν τις οικονομικές σχέσεις της
περιόδου εντός των κρατικών ορίων και δυσχέραιναν σε σημαντικό βαθμό το
κοινωνικο-οικονομικό statusενός σημαντικού τμήματος του πληθυσμού.
Ηγενικότερηοικονομική
κρίση στο χώρο της Ευρώπηςτην περίοδο μεταξύ του 1873 και του 1890 δημιούργησε
έντονα κοινωνικά και συνειδησιακά προβλήματα. Το κυριότερο εξ’ αυτών ήταν η διεύρυνση
του χάσματοςμεταξύ της αστικής τάξης, όπου παρατηρήθηκε έντονη
συσσώρευσηπλούτου και της εργατικής τάξης που κατά βάση οδηγήθηκε στην ένδεια
(Πολίτου-Μαρμαρινού & Πάτσιου, 2007). Άλλωστε, δεν είναι τυχαίο πως η
ιλιγγιώδης πρόοδος της περιόδου στηριζόταν στην αθλιότητα των δουλικά εργαζόμενων
μαζών. Στην Ελλάδα ομοίως, η εικόνα του παραγκωνισμένου λαϊκού βίου
διαφοριζόταν ευχερώς με την αστική άνεση, ενώ εκφραζότανεπίσης, η αντίθεση προς
τον ιδεαλισμό(Μπαλούμης, 1987).Τέλος, κυρίαρχα στοιχεία της εποχής ήταν το
γενικό κλίμα οικονομικής δυσπραγίας, ο ξεπεσμός του ιερατικού κλάδου, ο
αυτοεγκλεισμός και η ενδοστρέφεια (Μπαλούμης, 1987).
Στοιχεία
επίδρασης στο έργο του Παπαδιαμάντη
Ο
Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης έζησε παραπάνω από τριάντα χρόνια στην Αθήνα από το
1873, όπου και πραγματοποίησεμεμονωμένες επιστροφές στον τόπο γέννησής του, τη Σκιάθο
(Παπαδιαμάντης, 1985). Από κοινωνική και ιστορική άποψη, η Ελλάδα των
διηγημάτων του είναι η Ελλάδα που συγκροτείται και διαμορφώνεται σταδιακά με
την ένωση των Ιονίων Νήσων, τον αποτυχημένο πόλεμο ενάντια στην Τουρκία, τις
προσπάθειες της Κρήτης και τις συνεχείς, αλλά και μοιραίες ταπεινώσεις από τις
«ευεργέτιδες δυνάμεις» (Καυκαλίδης, 2005).Μέσω των ηθογραφικών διηγημάτων
αξιοποιούσε και εξέφραζε τα βιώματα αυτά, ενώ έβρισκε την απαιτούμενη ανακούφιση
στη Σκιάθο. Οι ήρωες αναδυμένοι από το γίγνεσθαι της εποχής προβάλλονται με όλα
τα τραύματά τους. Στα κείμενα εντοπίζονται οι κοσμοθεωρίες του παραδοσιακού
πνεύματος, που επιχειρεί να επιβιώσει και της νεωτερικής επιβολής που επιδιώκει
να επιβληθεί. Ο Παπαδιαμάντης, επομένως, λειτουργεί ως απολογητής ενός κόσμου
που χάνεται κα συντηρείται με μια νοσταλγική υφή, μέσω της λογοτεχνίας
(Μπαλούμης, 1987).
Στη
δεύτερη περίοδο της παιδικής λογοτεχνίας (1880-1917), εντός της οποίας έγραψε
την πληθώρα των παιδικών διηγημάτων του ο Α. Παπαδιαμάντης, οι αντιλήψεις που
επικρατούν και διαποτίζουν τα έργα του είναι η ειδυλλιακή, περιγραφική και
λεπτομερής απεικόνιση της ανθρώπινης ζωής και καθημερινότητας στην ύπαιθρο χώρα(Κανατσούλη,
2007). Ας μη λησμονείται το γεγονός πως στη λογοτεχνική διάσταση της ηθογραφίας
επιχειρείται η ανάπλαση του ήθους των ανθρώπων του εξωαστικού χώρου, μιας
κλειστής κατά βάση κοινωνίας που είχε αφομοιώσει στις κοινωνικοϊστορικές
ανακατατάξεις(Μπαλούμης, 1987).
Αντίθετα,
η προγονοπληξία και η αρχαιολατρεία της προηγούμενης περιόδου που καλλιεργήθηκε
έντονα με το ιστορικό μυθιστόρημα υποχωρεί για να παραδώσει τη θέση της στα
βιώματα του λαού(Κανατσούλη, 2007). Η άποψη αυτή τεκμαίρεται και από το
περιεχόμενο των παιδικών διηγημάτων. Οι παιδικοί χαρακτήρες στο έργο του
Παπαδιαμάντη είτε χαρακτηρίζονται από το φόβο, καθώς πάσχουν, δεν διεκδικούν και
υποτάσσονται στη θέληση των γονέων (Κανατσούλη, 2007)είτε χαμογελούν και
παίζουν ανυποψίαστα δίπλα στις έγνοιες και τον πόνο των μεγάλων (Γιάκος, 1993).Είναι
φανερό εκ πρώτης όψεως, ότι τουλάχιστον κάποιος εκ των γονέων και των παιδιών
βιώνει το συναίσθημα του πόνου. Επομένως, είναι φανερή η μετατόπιση από την
καταγραφή των ιστορικών γεγονότων και την αξιοποίησή τους μέσω μυθιστορημάτων,
στην ερμηνεία της ψυχοσύνθεσης και των προβλημάτων της ζωής των καθημερινών
ανθρώπων στο νατουραλιστικό έργο.
Όσον αφορά το βίο του Σκιαθίτη συγγραφέα, ο ίδιος
μοιάζει εξωτερικά με επαίτη, κατά τις περιγραφές του Καυκαλίδη (2005). Ειδικότερα,
λόγω της γενικότερης επικρατούσας φτώχειας, φέρεται να κυκλοφορεί με τον
ίδιορουχισμό και να μην εμφανίζεικάποιο ενδιαφέρον για την εξωτερική μορφή, το
ένδυμα ή την καθαριότητα. Η κατάσταση της ένδειας αυτής περιγράφεται λεπτομερώς
και στα διηγήματά του, όπου οι πρωταγωνιστές αντιμετωπίζουν προβλήματα ανάλογης
φύσης. Η επιλογή αυτή του συγγραφέα γίνεται, διότι η τέχνη, και ως τέτοια
λογίζεται η λογοτεχνία, είναι μια ύστατη κίνηση προς εξισορρόπηση μιας
εσωτερικής ταραχής, μια κίνηση προσωπική, ατομική που αναζητά να επαναφέρει την
εσωτερική γαλήνη, την αρμονία που χάθηκε κάποια στιγμή (Καυκαλίδης, 2005).Επισημαίνεται
ακόμη, πως αυτός ο άκριτα αγιοποιημένος συγγραφέας, στο συνολικό του έργο
αφήνει να προβάλλεται πιο πληθωρικά η λειτουργία και η παρουσία του κακού από
εκείνη του καλού(Παρίσης, 2001). Γι’ αυτό και κατά τον Παρίση (2001),
παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον μια μελλοντική προσμέτρηση, έστω ως
ποσοτικό-αριθμητικό μέγεθος, των ανθρώπινων χαρακτήρων των έργων του, για την
επίτευξη μιας αναλυτικής προσέγγισης της ανθρωπογεωγραφίας του.
Η
φτώχεια
Η φτώχεια είναι ένα σύνθετο φαινόμενο που ποικίλει
χωροχρονικά και λαμβάνει διαφορετικές διαστάσεις. Για την κατανόηση της ωστόσο,
έχει επιλεγεί μια διμερής ταξινόμηση, με την οποία διαχωρίζεται η φτώχεια σε
απόλυτη και σχετική. Στην περίπτωση της απόλυτης φτώχειας, το άτομο στερείται
βασικών ανθρώπινων αναγκών, ανάμεσα στις οποίες είναι τα τρόφιμα, το πόσιμο
νερό, οι εγκαταστάσεις υγιεινής, η υγεία, η στέγαση, η εκπαίδευση και η
πληροφόρηση. Συνολικά, συνδέεται με την έλλειψη εισοδήματος και την αδυναμία
πρόσβασης σε κοινωνικές υπηρεσίες (Gordon,
Nandy, Pantazis, Pemberton, & Peter, 2003).
Η
σχετική φτώχεια εντοπίζεται κυρίως στις αναπτυγμένες χώρες (Φασούλης, 2012) και
λαμβάνει διαφορετικές μορφές, όπως η έλλειψη εισοδήματος και άλλων παραγωγικών
μέσων, η πείνα και ο υποσιτισμός, η περιορισμένη πρόσβαση στην εκπαίδευση και
άλλες βασικές υπηρεσίες, η αυξημένη θνησιμότητα, η ανεπαρκής στέγαση και τα
αυξημένα ποσοστά αστέγων, το μη ασφαλές περιβάλλον και η προκατάληψη (Gordonκαι
συν., 2003).Σύμφωνα με
έρευνα του Roser
(2016), από το 1820 έως και σήμερα, ο αριθμός των ανθρώπων που βρίσκεται κάτω
από το όριο της απόλυτης φτώχειας δεν έπεσε ποτέ κάτω από το 1 δισεκατομμύριο.To νόημα επομένως, που αποδίδεται
λογοτεχνικά στη συγκεκριμένη έννοια και όχι μόνο,ποικίλλει από εποχή σε εποχή
και από πολιτισμό σε πολιτισμό (Hawthorn, 1993), αλλά η αξία της προσέγγισης
είναι πολύτιμη και αναπόφευκτη, εξαιτίας των συσχετισμών με τις παρούσες
οικονομικές συνθήκες.
Μέθοδος
Με
βάση την υιοθέτηση δυο κριτηρίων, αφενός εκείνου του θεματικού πυρήνα (φτώχεια)
του διηγήματος και αφετέρου της αναγκαίας ταξινόμησης του στον κλάδο της
παιδικής λογοτεχνίας, επιλέχθηκαν 14 διηγήματα. Επιδιώκεται μέσω της
αποδελτίωσης της συγκεκριμένης βιβλιογραφικής επισκόπησης, η διμερής ερμηνεία
συγκεκριμένων σημείων, για την αξιολόγηση της ανθρωπογεωγραφίας στο
συγκεκριμένο λογοτεχνικό είδος του εν λόγω πεζογράφου. Βάσει των πληροφοριών
του θεωρητικού μέρους αναμένεται η εμφάνιση παγιωμένων αρνητικών καταστάσεων ή
η παρουσία ακραίων επιλογών και πράξεων εκ μέρους των πρωταγωνιστών (θάνατος,
απόπειρα θανάτου, παραβατική συμπεριφορά, ψυχική δυσφορία).
Αποτελέσματα
Αποδελτίωση
κειμένων
Στην
Τελευταία Βαπτιστική (1888) το θέμα
του διηγήματος είναι ο πνιγμός ενός δίχρονου κοριτσιού, το οποίο κατόπιν
αφηρημάδας και αδιαφορίας της κοπέλας που την είχε υπό την εποπτεία της,έχασε
τη ζωή του σε ένα πηγάδι. Η νονά του κοριτσιού, η Θεια-Σοφούλα, λόγω της
οικονομικής δυσπραγίας που προκαλούσαν οι υποχρεώσεις από τα 40 βαφτιστήρια, ὑπέφερε
μετὰ χάριτος
τὴν αγγαρείαν
ταύτην,ενώ
η στοργὴ
πρὸς αὐτὸ
ἔφθανε μέχρι
παραφροσύνης.
Ως προς το παραπάνω επισημαίνεται η χρήση του ρήματος υπέφερε και η αναφορά του ψυχολογικού όρου της παραφροσύνης. Στο σκέλος του θανάτου του κοριτσιού, σύμφωνα με την
περιγραφή, το νεαρό κορίτσι ἐπλησίασε,
προσεκολλήθη ἐπὶ
τοῦ χθαμαλοῦ ξυλὶνου
φραγμοῦ, εἶδεν
ἐπὶ
τοῦ ὕδατος
εἰκονιζομένην
τὴν ἀγγελικὴν
ξανθὴν μορφήν
της, ὠλίσθησεν...
καὶ ἔπεσε
κατακέφαλα ἐντὸς
τοῦ φρέατος.
Η περιγραφή του θανάτου του μικρού παιδιού παραπέμπει στην αρχαιοελληνική
μυθολογία και ειδικότερα στην περίπτωση του θανάτου του Ναρκίσσου. Ο νεαρός
Νάρκισσος, όταν είδε στη λίμνη την εικόνα ενός ωραίου νέου, έσκυψε να τον
φιλήσει, χωρίς να αντιληφθεί πως πρόκειται για το είδωλό του και πέφτοντας μέσα
πνίγηκε, καθώς θεωρούσε εφαλμένα πως στη λίμνη καθρεπτίζεται η μορφή της
δίδυμης αδερφής του. Στην πραγματικότητα, υποδηλώνεται μεταφορικά πως το
αντικείμενο αγάπης είναι ο εαυτός του (Βασλαματζής, 1996).
Στο
διήγημα Πατέρα στο σπίτι (1895), ένα
φτωχό πεντάχρονο παιδί είναι ο κεντρικός πρωταγωνιστής. Περιγράφεται ως παιδίον,
ζωηρόν, ρακένδυτον,
το οποίο ανάμεσα σε πέντε
τέκνα, ἐξ
ὧν τὸ
τρίτον ἧτο
τὸ παιδίον
ἐκεῖνο.
Οι οικονομικές απολαβές της οικογένειας φαίνεται πως είναι περιορισμένες, διότιτὰ
παιδιὰ δὲν
εἷχαν πάντοτε
ψωμί,
ενώ ο πατέρας, ο οποίος διήρχετο
ἐν κραιπάλῃ
ἀπὸ
τὸ Σάββατον
ἑσπέρας
ἔως τὴν
Δευτέρα πρωίαξιοποιούσε τὰ
ἡμίση,καθώς
τοῦ
ἐχρειάζοντο
διὰ τὸ
τακτικὸν μεθύσι
τῆς Κυριακῆς.
Πέρα από το την περίπτωση της πάθησης του αλκοολισμού εμφανίζεται και το μοτίβο
του θανάτου του παιδιού μιας και από τα πέντε αδέρφιατὸ πέμπτον
εἶχεν ἀποθάνει,ἀνακληθὲν
εἰς τὸ
ὡραῖον
περιβολάκι μὲ
τὰ κρίνα
καὶ μὲ
τοὺς ναρκίσσους.
Ο θάνατος παρομοιάζεται με ένα περιβόλι που αποτελείται από τα συμβολικά
λουλούδια του κρίνου, δηλαδή της αθωότητας και της αγνότητας και του ναρκίσσου
που υποδηλώνει την ομορφιά και την αυταρέσκεια.
Στη
Σταχομαζώχτρα (1889), μια ταλαίπωρος
γραῖααναλαμβάνει
την ανατροφή των δυο εγγονιών της, αφού η
κόρη της ἀπέθανεν
εἰς τὸν
δεύτερον τοκετόν,
ἀφεῖσα
αὐτῇ
τὰ δύο
ὀρφανὰ
κληρονομίαν.
Επίσης, οι γιοι της, τα δύο
παιδιά, ὁ
Γεώργης καὶ
ὁ Βασίλης,
ἐπνίγησαν
βυθισθείσης τῆς
βρατσέρας των τὸν
χειμῶνα τοῦ
ἐτους 186…, την
ώρα που οτρίτος
ὁ γυιός
της,.. εξενιτεύθη, καὶ
εὑρίσκετο,
ἔλεγαν, εις τὴν
Ἀμερικήν.
Αρχικά, επισημαίνεται η αναφορά του θανάτου των απογόνων της αφενός, λόγω
γέννας και αφετέρου,εξαιτίας του πνιγμού, ενώ το άλλο της παιδί, ως
κοινωνικάαναπόφευκτη επίπτωση της φτώχειας, μετανάστευσε στο εξωτερικό. Όσον
αφορά τον άντρα της, ο ίδιος είναι χαρτοπαίκτης,
μέθυσος καὶ
με ἄλλας αρετὰς
ἀκόμασε
μια περίοδο που χαρακτηρίζεται πενιχρή, αφού οἱ καιροὶ
εἶναι δύσκολοι
και
πολλές φορές το ένα εγγόνι της δὲν
εὕρισκε ψιχίον
τι πρὸς κορεσμὸν
τῆς πείνης
του.
Στην
Υπηρέτρα (1888), μια 18χρονη κοπέλα, ἡ
δυστυχὴς τὸ
Οὐρανιώ
και ο πατέρας της, ὁ ἀτυχής μπαρμπα-Διόμας,
ἀρχαῖος
ἐμποροπλοίαρχος
πτωχεύσαςείναι
οι πρωταγωνιστές της ιστορίας. Εξαιτίας της κακής οικονομικής κατάστασης, ο
πατέρας της νεαρής κοπέλας εκτελεί δρομολόγια στη θάλασσα για να καλύψει
κάποιες από τις απαιτούμενες ανάγκες. Σε κάποια από αυτές τις διαδρομές η βάρκα
αναποδογύρισε. Ο ίδιος,με αφορμή την ατυχία του σχολίασε…βασανισμένο μου κορμί,
τυραγνισμένα νιᾶτα.
Στη συνέχεια,δύο
κωπηλάται ἀνέσυραν
τὸν μπαρμπα-Διόμαν
παγωμένον καὶ
ἡμιθανῆ,
οι
οποίοι ακολούθως του πρόσφεραν φιάλην
μαύρου οἴνου, καὶ
ὁ μπαρμπα-Διόμας
τὴν ἐρρόφησεν ἀπνευστί.
Επισημαίνεται στο συγκεκριμένο διήγημα τόσο η δυσχερής οικονομική κατάσταση,
όσο και η κακή ψυχολογική κατάσταση των πρωταγωνιστών με τη χρήση επιθέτων,
όπως «δυστυχής, ατυχής, βασανισμένο, τυραννισμένο» αλλά και η ροπή προς το
αλκοόλ.
Στο
διήγημα Ο πολιτισμός εις το χωρίον (1891),
η κεντρική πρωταγωνίστρια είναι η Θοδωριά, μητέρα μονάχα ενός μικρού αγοριού,
καθώς τῆς εἶχαν
πεθάνει τὰ
δύο πρῶτα
παιδιά της, τὸ
ἓν θῆλυ,
τὸ ἀλλο μικρὸν
ἀγόρι,
ενώ το τρίτο της παιδί ομικρὸς
Ἐλευθέριος,
τετραέτης ἤδη,
ἦτο ζαρωμένος,
χλωμός.
Ζουν σε μια περίοδο, όπου επικρατεί μεγάλη
δυστυχία στὸν κόσμο.
Απότοκα της δύσκολης αυτής κατάστασης ήταν ένα σημαντικό τμήμα ανθρώπων του
χωριού να ἐκαίοντο κάθε
βράδυ εἰς
τὰ χαρτιά.
Επίσης,
αναπτύσσονται φαινόμενα τοκογλυφίας, αφού αναφέρεται για ένα πολίτη του χωριού ὅτι
ἐνίοτε ἐδάνειζεν,
εἰς στενοὺς
φίλους, καὶ
χρήματα ἐπὶ
ἐνεχύρῳ
πάντοτε τριπλασίας ἀξίας
τῆς τοῦ
δανειζομένου ποσοῦτην ώρα που ο άνδρας της
αρκετά συχνά,ελέω αλκοολισμού, ένιωθε πως εἶχε
βαρυνθῆ κάπως τὴν
κραιπάλην, καὶ
ᾐσθάνετο καὶ
σφοδρὸν πονοκέφαλον.
Μέσα σε όλο αυτό το κλίμα η Θοδωριά τὰ
ἐνθυμεῖτο
ὅλα ὅσα
ὑπέφερε, καὶ
δὲν εἶχεν
ὕπνον. Παράλληλα,ἡ
εἰκὼν τοῦ
χλωμοῦ παιδίου
μὲ τὴν ἀσθενῆ
ἀναπνοὴν,
έβαινε επί τα χείρω. Λίγο πριν πεθάνει το παιδί, ο συγγραφέας επισημαίνει ότιἡ
ψυχὴ ἡ βασανιζομένη
εἰς μεγάλην
ἀγωνίαν
πλέουσα πριν χωρισθῆ
ἀπό τοῦ
σώματος.
Παρατηρούνται ως αναφερόμενα μοτίβα ο θάνατος μικρών παιδιών από αρρώστιες, ο
αλκοολισμός, η κακή ψυχολογική κατάσταση με τη χρήση όρων, όπως «υπέφερε, ψυχή
βασανιζόμενη, αγωνίαν», αλλά και κοινωνικές επιπτώσεις της φτώχειας, όπως η
ανάπτυξη παράνομων δραστηριοτήτων, όπως η τοκογλυφία.
Στα
Τραγούδια του Θεού (1912), ένα
κείμενο όπου είναι ευδιάκριτη τόσο η παρουσία αυτοβιογραφικών στοιχείων του
συγγραφέα όσο και η θρησκευτικότητά του γίνεται λόγος για το θάνατο ενός κοριτσιού
ἤτις ἦγε
τώρα τὸ
ἑνδέκατον ἔτος
τῆς ἡλικίας
της, ἧτον ἄρρωστη
βαριά.
Η γυναίκα που την είχε υπό την εποπτεία της, ηπτωχή ἥτις τὴν
ἠγάπα ὡς
νὰ ἦτο γέννημα
τῶν σπλάχνων
της. Κατά την επιστροφή του συγγραφέα από την Αθήνα μετὰ τρεῖς
ἡμέρας τὴν
προεπέμπομεν εἰς
τὸν τάφον.
Επαναλαμβάνεται
και στο συγκεκριμένο διήγημα ο θάνατος ενός μικρού παιδιού, το οποίο δεν
καταφέρνει να επιβιώσει από την αρρώστια που το ταλαιπωρούσε.
Στο
διήγημα Το πνίξιμο του παιδιού (1900),
ο παιδονόμος της περιοχής που προστάτευε τα παιδιά, προφυλάσσοντάς τα από
πιθανό πνιγμό ποτὲ
δὲν ἔπαυσε νὰ
ὑπηρετῇ
τὸν Δῆμον
ἀντὶ τριάκοντα
κατὰ μῆνα δραχμῶν.
Η οικονομική κατάσταση του χωριού φαίνεται και από τις κοινωνικές επιπτώσεις με
την αύξηση της παραβατικότητας και τη συμπεριφορά ορισμένων κατοίκων, γεγονός
που καθιστούσε τον εργατικό υπάλληλο του δήμου να γνωρίζει "μὲ τὸ νοὺμερο"
ὅλας τὰς
ἐκ συστήματος
κλεπτρίας. Ωστόσο,
οι προσβολές ενός κηδεμόνα, ένα περιστατικό το οποίο λειτούργησε ανασταλτικά
και επαναπροσδιοριστικά ως προς τις αντιλήψεις του για τα καθήκοντα, έφερε σε
δεύτερες σκέψεις τον υπάλληλο, ο οποίος αναρωτήθηκε αν ἄξιζε
τῷ ὄντι τὸν
κόπον νὰ
γίνεται κακὸς
μὲ τὸν κόσμον
γιὰ τριάντα
τὸν μῆνα
ψωροδραχμές.
Η μετατόπισή του αυτή έμμεσα προκάλεσε το θάνατο ενός αγοριού και παρά τις
μετέπειτα απέλπιδες προσπάθειες για να το σώσει ήτον ἀργά, καθώς τὸ παιδίον
ἧτο πνιγμένον.
Επιπλέον, δε λησμονείται να γίνει λόγος για την μετανάστευση, αφού για κάποια
γυναίκα γράφεται πως ὁ σύζυγος εἶχε
ξενιτευθῆ πρώιμα
εἰς τὴν
Ἀμερικήν.
Στη
Στρίγκλα Μάνα (1902), ένας νεαρός εἶχε πάθει, νὰ
καταντήσῇ σχεδὸν
τρελός, και κανεὶς
δὲν ἤξευρεντο
λόγο την ώρα που βρισκόταν διαρκώς υπό τον έλεγχο και την εποπτεία της μητέρας
του. Εκείνη τὸν
ἐκβίαζε,..., τὸν
ἠνάγκαζε νὰ
πάῃ νὰ σκάψῃκαι εἶχε διαθέσει ἤδη
τὸν υἱόν
της, τὸν εἶχεν
ἐνοικιάσει.
Επισημαίνεται για ακόμη μια φορά το κοινωνικό φαινόμενο της μετανάστευσης
διότι, δύο ἄλλοι
υἱοί της εῖχον
ξενιτευθῆ εἰς τὴν
Αμερικήνκαι το μοτίβο του θανάτου, αφού δυο κόρες της, τὰ δύο κορίτσια, ὡς
φαίνεται, ἀπέθαναν.
Τέλος, γίνεται λόγος και στο συγκεκριμένο διήγημα για τον αλκοολισμό, αφού σε
μια προσπάθεια φυγής από το δυσάρεστο αυτό περιβάλλον, ο πρωταγωνιστής βρέθηκε
να πίνει τὸ ὕδωρ τῆς
Λήθης κ' ἐξέχασεν, ὁ
πτωχός, τὴν
μητέρα του.
Στο
έργο Μάνα και κόρη(1914)περιγράφεται
η αλλοπρόσαλλη και αγενής συμπεριφορά δυο γυναικών προς τους συντοπίτες τους. Μάλιστα,
η κόρη φαίνεται να πάσχει από κάποιο παρανοϊκό ιδεασμό, αφού τὸ εἶδος τοῦτο
τῆς τρέλας
μετεδόθη βραδύτερον και εἰς τὴν
μητέρα της.
Ειδικότερα, ο συγγραφέας επικεντρώνεται στις εκδηλώσεις τους απέναντι σε μια
οικογένεια, η οποία έμενε εἰς
τὴν πατρικὴν
πενιχράν οἰκίαν,
ενώ τὰ πολλὰ
παιδιά, οἱ
λεχωσιές, οἱ
ἀρρώστιες, οἱ
γιατροί, τὰ
γιατρικά, τοὺς
ἒκαμαν νὰ
εἷναι πτωχοί. Πέρα από την κακή
οικονομική κατάσταση, η μητέρα της οικογένειας χαρακτηρίζεται ως πολυβασανισμένη γυνὴ.Η
προσοχή της είχε εστιαστεί στην υγεία του μικρού παιδιού της, το οποίοὕστερον
ἀπὸ... παγετὸν
καὶ πεῖναν
καὶ δυστυχίαν,
τὸ ἄρρωστον μικρὸν
ἐχειροτέρευσεν,
πριν
εγκαταλείψει τελικά τα εγκόσμια. Μετά το θάνατο, έμμεσα γίνεται λόγος στις
θρησκευτικές κοσμοαντιλήψεις των ηρώων, που στην πραγματικότητα είναι αντανάκλαση
εκείνων του συγγραφέα. Για να δικαιολογηθούν οι ελλείψεις της καθημερινής,
επίγειας ζωής, η μάναπροσφωνεί δικαιοκρίτα,
δὸς ἡμῖν τὰ
οὐράνια ἀγαθὰ
ἀντὶ τῶν ἐπιγείων,
ὦν ἡμᾶς ἐστέρησας, προσδοκώντας
κάποια μελλοντική δικαίωση σε ένα υπερβατικό περιβάλλον, ως αντιστάθμισμα των
κακουχιών της βιωμένης καθημερινότητας.
Σε
άλλο έργο, στην Στοιχειωμένη κάμαρα
(1904), ένας ηλικιωμένος πατέρας είναι ο πρωταγωνιστής, ο οποίοςἐβασανίζετο
φρικτὰ εἰς τὴν
ἐσχατιὰν
τοῦ κόσμου τούτου.
Η έτερη πρωταγωνίστρια, η κόρη του,πέντε
χρόνων ἧτον ὅταν
ἡ μάννα της τὴν
ἄφησεν ὀρφανὴν.
Η μητριά φρόντιζε επιμελώς να κάνει δύσκολη τη ζωή της πεντάχρονης κοπέλας. Για
το λόγο αυτό, κάποτε ο πατέρας της, ο οποίος δαπανούσε χρόνο για να χορταίνῃ τὸν οἷνον
καὶ τὸν ὕπνον, επιχείρησενα
την πνίξει στη θάλασσα, αφού εἶχε
θελήσει ποτὲ νὰ ρίψῃ τὴν μικρὰν
κόρην του εἰς
τὸν πθυμένα
τῆς θαλάσσης.
Η κοπέλα, εντέλει επέζησε χάρη σε συγγενεῖς
τῆς μητρός
της, πτωχαὶ ὅπως αὐτή. Οι ήρωες στο
συγκεκριμένο παιδικό διήγημα, με βάση τις αναφορές βασανίζονται, ο πατέρας έχει
ροπή προς το αλκοόλ και επιχειρεί ανεπιτυχώς μια ανθρωποκτονία με πρόθεση και
όλα αυτά σε ένα περιορισμένο οικονομικά κλίμα.
Στο
διήγημα Γούτου Γουπατού (1899), ο
κεντρικός πρωταγωνιστής είναι ένα αγόρι που αντιμετωπίζει προβλήματα
κινητικότητας και ομιλίας, αφού χρησιμοποιούσε γλῶσσαν νηπιώδη.
Το κείμενο πραγματεύεται την αντιμετώπιση της διαφορετικότητας σε ένα κλειστό
επαρχιακό χώρο. Σύμφωνα με τα γραφόμενα, οι συνάνθρωποί του τὸν ἐπετροβολοῦσαν,
τὸν ἐχλεύαζον, τὸν
ἐφοβοῦντο.
Εἶχε φίλους τόσον ὀλίγους
καὶ τόσον ἀμετρήτους
ἐχθρούς, εἰς
μέρος τόσον
ὀλιγάνθρωπον!
Η μοναξιά του επιτείνεται και λόγω της απουσίας του αδερφού του στο εξωτερικό,
επειδή μετανάστευσε και τα ίχνη του είχαν εξαφανιστεί, διότι, όπως επισημαίνεται
εἶχε χαθῆ
εἰς τὴν
Ἀμερικὴν.
Στο
διήγημα, Η φωνή του Δράκου (1904),
κεντρικός πρωταγωνιστής είναι ένα αγόρι, το οποίο αποτελούσετέκνον ὀδύνης,
τέκνον συμφορᾶς,
επειδή ὁ πατέρας του ἐπίστεψε
τὰ λόγια τοῦ
κόσμου, καὶ
εἶπε ὅτι
δὲν τόν γνωρίζει
γιὰ παιδί
του.
Η θεία και η μητέρα του είχαν αναλάβει την ανατροφή του, αλλά η οικονομική τους
κατάσταση δεν ήταν ικανοποιητική, αφού είχανκτήματα
ἄξια λόγου,
ἄν καὶ
πολὺ βεβαρημένα
μὲ χρέος.
Πέρα από την περιρρέουσα αυτή κατάσταση, η μητέρα του είχε κατηγορηθεί ως μοιχαλίς, ἀλλὰ καὶ
αἱμομίκτρια.Εξαιτίας
αυτών των αντιλήψεων της και της γενικότερης επιθετικής αντιμετώπισης, ο Κώτσος,
το νεαρό αγόριεἶχε
παύσει νὰ φοιτᾷ
εἰς τὸ
σχολεῖον, ἐξ
αἰτίας τῆς
συμπεριφορᾶς τῶν
συμμαθητῶν του.
Αποκορύφωμα αυτής της κατάστασης είναι η πτώση του παιδιού από ένα δέντρο,
ύστερα από εκφοβισμό των συμμαθητών. Ο ἄτυχος Κῶτσος
ἔζησεν ὀλίγας
ὥρας ἀναίσθητος,
καὶ εἶτα ἐξέπνευσεν.
Στο
Όνειρο στο κύμα (1900), ένα από τα
αρτιότερα ελληνικά διηγήματα με έντονα αυτοβιογραφικά στοιχεία, ο συγγραφέας
αναφέρει ότι πριν γίνει βοηθός δικηγόρου ήταν πτωχὸν βοσκόπουλον εἰς
τὰ ὄρη
που συνήθιζε να αντικρίζει τὸ
πρωίμως στρυφνόν,
ἡλιοκαὲς
πρόσωπόν
του νὰ γυαλίζεται εἰς
τὰ ρυάκια
καὶ τὰς βρύσεις. Επαναλαμβάνεται
η συνήθεια καθρεφτίσματος του προσώπου στο νερό, ως μια μορφή αυταρέσκειας.
Επίσης, ως βοηθός δικηγόρου φαίνεται ότι τον προϊστάμενό του τον μισεί πιθανῶς ἐπειδὴ
τὸν έχει ὡς προστάτην καὶ
εὐεργέτην.
Μέσα σε αυτή την κατάσταση αναφέρει ένα περιστατικό της νεαρής ηλικίας, όπου
ερωτεύτηκε μία έφηβη του τόπου του, η οποία ανατρεφόταν από τον χηρευμένο καὶ ἄτεκνο
θείο της. Ο ίδιος, λόγω των προτροπών των ιερέων, που τον είχαν αναλάβει
αναφέρει πως οἵτινες
πολλάκις μὲ εἶχον συμβουλεύσει
νὰ φεύγω, πάντοτε,
τὸν γυναικεῖον
πειρασμόν. Για το λόγω αυτό είχε υποκαταστήσει αυτή την
ανέφικτη σχέση μέσω της υποκατάστασης-προσκόλλησης της προσοχής προς μια
κατσίκα, καθώς, όπως υποστηρίζει η κοπέλαμοῦ
εφαίνετο νὰ
ὁμοιάζη
με τὴν μικρὴν
στέρφαν αἶγα.
Ανάμεσα
στα άλλα, το πραγματικό αντικείμενο του πόθου κινδύνευσε να πνιγεί, αφού
βρισκόταν πλησιέστερον εἰς
τὸν βυθὸν
τοῦ πόντου, ἐγγύτερον
τοῦ θανάτου,
αλλά με την έγκαιρη επέμβασή του την έσωσε χάνοντας οριστικά την κατσίκα, η
οποία πνίγηκε από ένα σχοινί.
Στην
Κοινωνική αρμονία(1906)στηλιτεύεται η
πρακτική ενός απατεώνα πολίτη, ο οποίος συγκεντρώνει ένα σημαντικό τμήμα των
παιδιών γύρω του. Είναι βωμολόχος,
κυνικός, χαλκοπρόσωπος
και μια αγέλη μαθητευομένων
παιδαρίων ἠκολούθει τὰ
παραδείγματά του. Ενδεικτικό παράδειγμα
της νοσηρής κατάστασης είναι ότι ο εγγονός μιας γριάς, ἐξ
ὅλων τῶν
ἀνθρωπίνων
αἰσθημάτων ἔσωζε
μόνον τὴν ἀγάπην πρὸς
τὰ χρήματα,
ενώ
ένα βράδυ τον εκμεταλλέυτηκε ἡ ίδια ἡ
παρέα του, μὲ
τὴν ὁποίαν εἶχε
μεθύσει.Ακολούθως
ο νεαρός έφηβος ἔπαθε νευρικὴν
διατάραξιν. ἡ
οἰκογένειά του τὸν
ἔκλεισεν εἰς
του Δρομοκαΐτη.
Επιπλέον, καυτηριάζεται η συμπεριφορά της νεολαίας απέναντι σε μια γριά, η
οποία έχασε τα λεφτά της στο δρόμο, δηλαδή ὅλον τὸν
κόπον τῆς ἑβδομάδος της, εἰς
μίαν στιγμήν, τὸν
εἶχε χάσει ἡ
ταλαίπωρος πτωχὴ βιοπαλαίστρια.
Συζήτηση-Συμπεράσματα
Σύμφωνα
με τα αποτελέσματα, οι πρωταγωνιστές παρουσιάζουν μια ετερόκλητη μορφή
συμπεριφορών. Στα 14 διηγήματα του δείγματος επαναλαμβάνονται κάποια μοτίβα
συγκεκριμένων ψυχολογικών και κοινωνικών προεκτάσεων. Ενισχύεται η αντίληψη,
σύμφωνα με οποία, η υπερίσχυση του κακού επιτυγχάνεται στα έργα ενός
θρησκευόμενου πεζογράφου, ενώ πολλές φορές οι ήρωες βιώνουν την ανθρώπινη
τραγωδία.
Ως
φαινόμενο, ο αλκοολισμός εμφανίζεται στο 50% των κειμένων. Πρόκειται για μια
αμιγώς ανδρική συνήθεια, η οποία εμφανίζεται ως αντιστάθμισμα μιας κακής
ψυχολογικής κατάστασης, ενίοτε ως βάλσαμο ή ως φάρμακο λήθης ή λησμονιάς,
δηλαδή ως μέσο φυγής από τη δύσκολη καθημερινότητα. Η απόπειρα θανάτου
εμφανίζεται στο 28% των διηγημάτων, ενώ ο θάνατος, ως μοτίβο είναι παρών στο
78%. Ειδικότερα, στη συντριπτική πλειονότητα πεθαίνουν παιδιά. Επίσης, λόγω της
φτώχειας, πολλοί πρωταγωνιστές έχουν απολέσει τους συγγενείς τους, εξαιτίας της
μετανάστευσης, η οποία παρουσιάζεται στο 28% των κειμένων. Τέλος, η ψυχολογική
δυσφορία είναι παρούσα στο 71% των διηγημάτων και λαμβάνει διάφορες μορφές που
σχετίζονται τόσο με την κατάσταση των ηρώων όσο και με εκείνη του συγγραφέα.
Ειδικότερα
ως προς το ψυχολογικό κομμάτι γίνονται αναφορές στις λέξεις παραφροσύνη, βασανισμένο, τυραννισμένα,
υπέφερε, βασανιζόμενη, τρελός, τρέλας, εβασανίζετο φρικτά, εφοβούντο, οδύνη,
μίσος, νευρική διαταραχή.Η τρέλα με την κυριολεκτική της διάσταση στο χώρο
της ψυχιατρικής επιστήμης απαντάται με τους όρους ψύχωση και παραφροσύνη και
περιλαμβάνει εντός του εννοιολογικού προσδιορισμού του την παράνοια, τη
συναισθηματική διαταραχή και την μανιοκατάθλιψη. Οι παραπάνω όροι χαρακτηρίζουν
την εξωπραγματική αντίληψη του ατόμου για το εξωτερικό περιβάλλον, ανάλογα με
το βαθμό της οποίας προσδιορίζεται και η δυσκολία επικοινωνίας με αυτό (Χαρτοκόλλης,
1999).
Έχει
αποδειχθεί πως τα άτομα που αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσκολίες τείνουν να
υποφέρουν από αυξημένα επίπεδα δυσφορίας, λόγω της μεγαλύτερης έκθεσης σε
χρόνιους στρεσογόνους παράγοντες. Αυτοί οι άνθρωποι είναι πιο ευάλωτοι στις
συνέπειες της οικονομικής δυσχέρειας και παρουσιάζουν χαμηλότερα επίπεδα
αυτοεκτίμησης (Bradshawa&Ellison, 2010). Επιπλέον, η
πίστη στη μετά θάνατον ζωή φαίνεται πως λειτουργεί ως σημαντικός
συναισθηματικός αντισταθμιστής για τα άτομα που βιώνουν πραγματική ή αντιληπτή
οικονομική στέρηση (Bradshawa&Ellison, 2010). Άλλωστε, δεν
είναι τυχαία η αναφορά στο έργο Μάνα και
κόρη, της φράσης δὸς
ἡμῖν τὰ
οὐράνια ἀγαθὰ
ἀντὶ τῶν ἐπιγείων,
ὦν ἡμᾶς ἐστέρησας.
Σύμφωνα
με τα πορίσματα άλλης έρευνας,τα υψηλότερα ποσοστά προβλημάτων ψυχικής υγείας
εμφανίζονται στους ανθρώπους εκείνους που είναι εκτεθειμένοι σε κακουχίες και
χαρακτηρίζονται από ανεπαρκή μέσα διαβίωσης (Kiely, Leach, Olesen&Butterworth, 2015).Ακόμη, μια
ανασκόπηση 115 μελετών σχετικά με τη σχέση μεταξύ της ψυχικής υγείας και της
φτώχειας σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος, εμφάνισε μια αρνητική
συσχέτιση μεταξύ των δεικτών της φτώχειας και της καλής έκβασης της ψυχικής
υγείας στο 79% των μελετών(Lund, Breen, Flisher, Kakuma, Corrigall, Joska, και συν., 2010). Άρα, όσο
αυξάνεται η φτώχεια, τόσο μειώνεται η ποιότητα ψυχικής υγείας των ανθρώπων.
Παράλληλα,η κακή οικονομική κατάσταση σε συνδυασμό με την ανεπαρκή στέγαση,
είναι μια πηγή συνεχούς ανησυχίας και άγχους, προκαλώντας συναισθήματα
αποθάρρυνσης, παγίδευσης και έλλειψης ελέγχου, που οδηγεί στον περιορισμό των
κοινωνικών και εκπαιδευτικών ευκαιριών και στην αβεβαιότητα για το μέλλον (Kahn
& Pearlin, 2006;WHO,
2001).
Η
τελική αντίληψη που απορρέει από τα ανωτέρω στοιχεία επιβεβαιώνουν την αξία της
μελέτης του έργου του Παπαδιαμάντη ακόμη και σήμερα. Η φτώχεια αποτελεί ένα
δυσεπίλυτο φαινόμενο που καθιστά τις συνθήκες ζωής ολοένα και πιο δυσχερείς,
γεγονός που αποτυπώνεται γλαφυρά και στα λογοτεχνικά διηγήματα, όπου είτε τα
παιδιά είτε οι συγγενείς τους πάσχουν, υποφέρουν, αποβιώνουν ή εμφανίζουν
παρεκκλίνουσα συμπεριφορά. Η αξία της μελέτης του παρελθόντος μέσω της παιδικής
λογοτεχνίας την περίοδο 1880-1920 που εξετάζεται παραμένει επίκαιρη, καθώς στην
Ελλάδα το ποσοστό της ακραίας φτώχειας υπερεπταπλασιάστηκε την περίοδο της
κρίσης, διότι πάνω από 1,5 εκατομμύριο ατόμων ζει κάτω από ακραία φτώχεια με τη μερίδα του
λέοντος να αντιπροσωπεύεται από τις ηλικιακές ομάδες 0-17, 18-29 (http://www.dianeosis.org/research/poverty_greece/,
1/1/2017). Παγκοσμίως, και πιο συγκεκριμένα στις αναπτυσσόμενες χώρες της
Αφρικής, ο μέσος άνθρωπος πεθαίνει 21 χρόνια νωρίτερα απ’ ότι στην Ευρώπη, το
ένα τρίτο του πληθυσμού είναι αναλφάβητοι (WHO, 2013) και ένα στα τρία παιδιά
είναι καχεκτικό στην ανάπτυξη (UNICEF, 2012).
Αναφορές
Βασλαματζής, Γ. (1996). Το αντικείμενο του Νάρκισσου: Μύθος και Κλινική Ψυχαναλυτική
Θεωρία. Αθήνα: ΕκδόσειςΙδρύματοςΓουλανδρή-Χορν.
Borghart, P. (2005). The
Late Appearance of Modern Greek Naturalism: An Explanatory Hypothesis. Journal of Modern Greek Studies, 23(2),
313-334.
Bradshawa, M., & Ellison, C.G. (2010). Financial
hardship and psychological distress: Exploring the buffering effects of
religion. SocSciMed,
71(1), 196–204.
Γιάκος,
Δ. (1993). Η ιστορία της ελληνικής
παιδική λογοτεχνίας. Αθήνα: Παπαδήμας.
Gordon, D., Nandy, S., Pantazis, C., Pemberton, S.,
& Peter, T. (2003).Child poverty in the developing world.Children, Youth
and Environments, 17(44), 1-44.
Η ακραία φτώχεια στην Ελλάδα.
n.d. Διαθέσιμο στο διαδικτυακό τόπο:
http://www.dianeosis.org/research/poverty_greece/
1/1/2017.
Hawthorn, J. (1993).Ξεκλειδώνοντας το κείμενο: μία εισαγωγή στη θεωρία της λογοτεχνίας /
μτφρ. Μαρία Αθανασοπούλου. Ηράκλειο: Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης.
Kahn, J.R., &Pearlin, L.I. (2006).Financial strain
over the life course and health among older adults.JournalofHealthandSocialBehavior, 47, 17–31.
Κανατσούλη,
Μ. (2007). Εισαγωγή στη θεωρία και
κριτική της παιδικής λογοτεχνίας. Θεσσαλονίκη: UniversityStudioPress
Καυκαλίδης,
Ζ. (2005). Ποίηση και μνήμη. Αθήνα:
Σύλλογος προς Διάδοσιν Ωφελίμων Βιβλίων.
Kiely, K.M., Leach L.S., Olesen S.C., &
Butterworth, P. (2015). How financial hardship is associated with the onset of
mental health problems over time. Soc
Psychiatry Psychiatr Epidemiol, 50(6),
909-18.
Lund, C., Breen, A., Flisher, A.J., Kakuma, R.,
Corrigall, J., Joska, J.A., καισυν. (2010). Poverty and common mental disorders in low
and middle income countries: A systematic review. SocSciMed, 71(3), 517-28.
Μπαλούμης,
Ε.Ζ. (1987). Ηθογραφικό διήγημα:
Κοινωνικοϊστορική προσέγγιση-Καρκαβίτσας-Πολυλάς-Παπαδιαμάντης. Αθήνα:
Μπούρας.
Παπαδιαμάντης,
Α. (1982). Άπαντα, τομ. 2ος (κριτική έκδοση. Ν. Τριαναταφυλλίδης).
Αθήνα: Δόμος.
Παπαδιαμάντης,
Α. (1984). Άπαντα, τομ. 3ος (κριτική έκδοση. Ν. Τριαναταφυλλίδης).
Αθήνα: Δόμος.
Παπαδιαμάντης,
Α. (1985). Άπαντα, τομ. 4ος (κριτική έκδοση. Ν. Τριαναταφυλλίδης).
Αθήνα: Δόμος.
Παρίσης,
Ν. (2001). Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης. Τρία
διηγήματα. Αναζήτηση της αφηγηματικής λογικής. Αθήνα: Μεταίχμιο.
Reble,
A. (1990). Ιστορία της παιδαγωγικής,
(μτφρ. Χατζηστεφανίδης Θ.Δ. - Χατζηστεφανίδη Σ.Θ.). Αθήνα: Παπαδήμας.
Roser M. (2016) – ‘World Poverty’. Published
online at OurWorldInData.org. Retrieved from:
https://ourworldindata.org/world-poverty/ [Online Resource]
Συλλογικό
έργο (2008). Ο νατουραλισμός στην Ελλάδα:
Διαστάσεις-Μετασχηματισμοί-Όρια (επιμ. Ε. Πολίτου – Μαρμαρινού&Β. Πάτσιου). Aθήνα: Mεταίχμιο.
UNICEF, The State of the World’s Children:
Children inan Urban World (UNICEF, New York, 2012).
Vitti, M. (1991).Ιδεολογική λειτουργία της ηθογραφίας. Αθήνα:Κέδρος.
Φασούλης
Β. (2012) Τα δικαιώματα του παιδιού:
Ιστορική διάσταση και αρχές της Διεθνούς Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Παιδιού
και η πραγματική κατάσταση των παιδιών στην Ελλάδα (Αδημοσίευτη Διδακτορική
Διατριβή), Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα.
Φραγκιάδης, Α. (2007). Ελληνική οικονομία 19ος-20ος αιώνας: από τον αγώνα της ανεξαρτησίας
στην οικονομική και Νομισματική Ένωση της Ευρώπης (επιμ. Α. Λιάκος&Ε. Γαζή). Αθήνα: Νεφέλη.
WHO. (2001). The world
health report 2001: Mental health: New
understanding, new hope. Geneva: World Health Organization.
WHO, World Health Statistics
2013 (WHO, Geneva, 2013).
Χαρτοκόλλης, Π., (1999). Λογοτεχνίακαιψυχανάλυση:
δέκαομόκεντρακείμενα. Αθήνα: Θεμέλιο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου