Η αίσθηση
του προβολέα και η ψευδαίσθηση της διαφάνειας αποτελούν δύο ψυχολογικές διαδικασίες που δίνουν
τροφή στο κοινωνικό άγχος γιατί πηγάζουν από τις προσωπικές μας
βλέψεις και προβλέψεις, από τις «αλάνθαστες» ερμηνείες μας, αλλά και από μια
εγωκεντρική εστίαση στον εαυτό μας. Η σύμβουλος ψυχικής υγείας & σταδιοδρομίας, συγγραφέας και εκπ/κός Δρ. Σοφία Πρωτόπαπα και
η ψυχολόγος-ψυχοθεραπεύτρια Ανδριάνα Σαμαρίδου (Msc),
επιστημονικοί συνεργάτες του Δίγλωσσου Κέντρου Ψυχοθεραπείας & Εναλλακτικής
Θεραπείας Roots Wellness Center, αρθρογραφούν σχετικά:
Το κοινωνικό άγχος συχνά τρέφεται
από τη βεβαιότητά μας ότι οι άλλοι άνθρωποι είτε παρατηρούν εξονυχιστικά τη
συμπεριφορά, τις ικανότητες και την εμφάνισή μας, είτε διαβάζουν τη σκέψη και
το συναίσθημά μας. Σαν να μην έφτανε αυτό, τρέφεται και από τις προβλέψεις που
κάνουμε, επίσης με βεβαιότητα, για το ό,τι θα μας αξιολογήσουν, και τότε φοβόμαστε
το χειρότερο, ότι δηλαδή θα μας κρίνουν αρνητικά ή θα μας απορρίψουν.
Καταστροφολογούμε. Μην ακουστεί περίεργο, αλλά το κοινωνικό άγχος τρέφεται και
από την προσμονή για τη θετική ανταπόκριση των άλλων σε μια επιτυχία μας, από
την ανυπομονησία για την επιβράβευση και το «μπράβο» τους. Αυτό συμβαίνει γιατί
από τη μια μας καίει η ανάγκη να πιστέψουμε στον εαυτό μας, και από την άλλη
κάποιες φορές δεν είμαστε ψυχολογικά έτοιμοι να δεχτούμε και να διαχειριστούμε
ένα θετικό σχόλιο. Και κατανοητό και ακατανόητο.
Αλλά γιατί μας
συμβαίνουν αυτά; Γιατί σε μεγάλο βαθμό ζούμε μέσα στο μυαλό μας.
Ανεξάρτητα από το αν πρόκειται για μια αδέξια κίνηση ή για έναν προσωπικό θρίαμβο, για μια σκέψη ή για ένα συναίσθημα, εστιάζουμε τόσο πολύ στην εμπειρία μας και στη σημασία που έχει για εμάς, που νομίζουμε ότι όλοι την αντιλαμβάνονται ενώ ταυτόχρονα προσμένουμε – προβλέπουμε τις αντιδράσεις τους. Ζούμε στο κέντρο ενός δικού μας μικρο-σύμπαντος, αλλά πιστεύουμε ότι είμαστε το κέντρο του κόσμου των άλλων.
Ερώτημα:
Μήπως εστιάζουμε πολύ στον εαυτό μας –
συμπεριφορά, εμφάνιση, ικανότητες, σκέψη, συναίσθημα – που υπερβάλλουμε και
ανησυχούμε για το αν και πόσο μας παρατηρούν και μας κρίνουν ή μας επιβραβεύουν
οι άλλοι; Και, ακόμα, μήπως δεν είναι οι προβλέψεις μας ακριβείς και
ρεαλιστικές, αλλά υποκειμενικές και εγωκεντρικές;
Για να δώσουμε
μια απάντηση σε αυτό το ερώτημα, θα συζητήσουμε την «αίσθηση του προβολέα» και την «ψευδαίσθηση
της διαφάνειας», δύο ψυχολογικές διαδικασίες που γίνονται παγίδα και τροφή
στο κοινωνικό άγχος γιατί πηγάζουν από τις προσωπικές μας βλέψεις και
προβλέψεις, από τις «αλάνθαστες» ερμηνείες μας, αλλά και από μια εγωκεντρική
εστίαση στον εαυτό μας.Θα μπορούσαμε να προσθέσουμε και από την ανάγκη μας για
τελειότητα και αποδοχή – πάντα και για τα πάντα.
Η «αίσθηση του προβολέα»: Όλα τα βλέμματα
στραμμένα πάνω μου
Δεν είναι λίγες οι φορές, για να
μην πούμε πάντα, που υπερεκτιμάμε σε ποιο βαθμό μας παρατηρούν οι άλλοι, πόσο
μας αποδέχονται ή πόσο αυστηρά κρίνουν τη συμπεριφορά, τις ικανότητες ή την
εμφάνισή μας. Τότε, από θέση ανησυχίας, σκεφτόμαστε, «Ξέρει ο προϊστάμενός μου
πόσο σκληρά δουλεύω;», «Θα του/της αρέσω;», «Θα θέλει να βγούμε ή θα πει ότι
έχει δουλειά;». Ανησυχούμε, ακόμα, μήπως και δουν κάποιες ιδιαίτερες ή αδέξιες
στιγμές μας – πάμε μόνοι για φαγητό, ψάχνουμε ψιλά στην πόρτα του λεωφορείου,
δε γνωρίζουμε κάποιον για να μιλήσουμε στη συγκέντρωση, λεκιάζουμε τα ρούχα μας
στο γεύμα, παραπατάμε στον διάδρομο του θεάτρου, κοκκινίζουμε στο πρώτο
ραντεβού, κάνουμε ένα λάθος στη δημόσια ομιλία. Η λίστα ατελείωτη και εμείς να
τρέμουμε μην και γίνουμε ρεζίλι, μην και βιώσουμε απόρριψη.
Άλλες φορές,
υπερβάλλουμε σε ποιο βαθμό παρατηρούν αλλαγές στη συμπεριφορά, την απόδοση ή
την εμφάνισή μας και έτσι μια μέρα που έχουμε άσχημη διάθεση ή δεν έχουμε
περιποιηθεί το ντύσιμό μας, πιστεύουμε ότι όλοι το βλέπουν και μας σχολιάζουν. Υπερβάλλουμε
και για το αν και πόσο παρατηρούν αν συμμετέχουμε σε μια συζήτηση ή αν δεν
παρευρισκόμαστε σε μια συνάντηση. Σίγουροι ότι λάμπουμε δια της σιωπής και δια
της απουσίας μας. Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και με τις επιτυχίες μας, και υπερβάλλουμε
κατά πόσο οι άλλοι τις παρατηρούν και τις επιβραβεύουν – ένα θετικό σχόλιο από
τον προϊστάμενο στη δουλειά, ένα έξυπνο σχόλιο στη συζήτηση, η σημαντική
συνεισφορά στο πρότζεκτ, η τελική βολή της νίκης στον αγώνα. Και αγωνιούμε για
την αντίδραση και το σχόλιό τους, γιατί κάποιες φορές ούτε το θετικό μπορούμε
να διαχειριστούμε, ούτε αυτό ξέρουμε τι να το κάνουμε, γιατί αισθανόμαστε όλα
τα βλέμματα στραμμένα πάνω μας και εμάς να ακροβατούμε.
Η «ψευδαίσθηση της διαφάνειας»: Να δεις που
όλοι καταλαβαίνουν τι σκέφτομαι και τι αισθάνομαι
Τρέφουμε το κοινωνικό άγχος και όταν υπερβάλλουμε το κατά πόσο οι άλλοι μπορούν να δουν μέσα μας, να μαντέψουν σκέψη και συναίσθημα – αρνητικές πεποιθήσεις, άγχος, φόβος, αγωνία, αισιόδοξες προβλέψεις, χαρά, ενθουσιασμός – και να μας κρίνουν ή να μας απορρίψουν, και να μας πουν «μπράβο» ή να μας ρωτήσουν τι καλό μας έχει συμβεί. Πιστεύουμε ότι, σαν αχτίνα λέιζερ, η αντίληψή τους μας διαπερνά, βλέπει μέσα μας, και τότε αισθανόμαστε ευάλωτοι. Ζούμε στη σκιά της αδυναμίας. Και στο αρνητικό και στο θετικό. Είμαστε, όμως, σίγουροι ότι και εμείς μπορούμε να διαβάσουμε τη σκέψη των άλλων και φορτίζουμε το μυαλό μας με εικασίες, ερμηνείες και προβλέψεις: «Να δεις που κατάλαβε ότι δε θέλω να πάω», «Έχει καταλάβει την αγωνία μου και δε θα πάει καλά η συνέντευξη», «Λες να παρατήρησε ότι φοβάμαι;», «Μήπως δείχνω πόσο πολύ θέλω να βγούμε;», «Σίγουρα κατάλαβε ότι έχω ενθουσιαστεί». Και τότε, όπως και με την αίσθηση του προβολέα, ορμώμενοι από εγωκεντρική προκατάληψη, υπερβάλουμε σχετικά με το πόσα αντιλαμβάνονται οι άλλοι, ποια γνώμη σχηματίζουν για εμάς, πώς μας αξιολογούν και πώς πρόκειται να αντιδράσουν. Και στο δύσκολο και στο ωραίο. Είμαι το επίκεντρο της προσοχής, είμαι το κέντρο του κόσμου; Όχι δεν είσαι, τόσο πολύ ή τόσο απόλυτα τουλάχιστον.
Η «αίσθηση του προβολέα»
και η «ψευδαίσθηση της διαφάνειας» φαίνεται να πηγάζουν από την ίδια αιτία: εσύ
βάζεις τον εαυτό σου στο επίκεντρο και στο κέντρο – εστιάζεις σε ό,τι κάνεις ή
στο πώς φαίνεσαι και νομίζεις ότι και οι άλλοι κάνουν το ίδιο ή εστιάζεις σε
ό,τι σκέφτεσαι και ό,τι αισθάνεσαι και πιστεύεις ότι οι άλλοι μαντεύουν την
εσωτερική σου εμπειρία.
Και τότε, μην μπορώντας να
διαχειριστείς τον φόβο σου, την προσμονή ή τις προβλέψεις σου, θετικές –
αρνητικές, δίνεις τροφή στο κοινωνικό άγχος. Φαύλος ο κύκλος.Η εικόνα που
νομίζεις ότι προβάλλεις, όμως, έχει να κάνει με τον τρόπο που εσύ βλέπεις και
αξιολογείς τον εαυτό σου, με το πόσο τον αποδέχεσαι και το πόσο άνετα
αισθάνεσαι και στην αποτυχία – ένα λάθος στη δουλειά ή στη δημόσια ομιλία, και
στην επιτυχία – ένα σωστό στη συνέντευξη ή στο ραντεβού.
Η αλήθεια
είναι ότι οι άλλοι σε παρατηρούν λιγότερο από όσο εσύ πιστεύεις. Περιστατικά
για τα οποία αισθάνεσαι άβολα και κατηγορείς τον εαυτό σου δε γίνονται τόσο
άμεσα αντιληπτά από τους άλλους, ή ακόμα και αν γίνουν, οι αντιδράσεις τους δεν
είναι όσο καταστροφικές ή υπερβολικές όσο προβλέπεις – είναι η κρίση σου πάντα
αλάνθαστη; Ακόμα, κανένας δεν μπορεί να διαβάσει τη σκέψη σου, κανείς δε βλέπει
το συναίσθημά σου, εκτός βέβαια αν εσύ το προβάλλεις μέσα από τον τρόπο που
επικοινωνείς: χαμηλωμένο το βλέμμα, σπασμένη η φωνή, αμυντική η στάση του
σώματος – αναστροφή προς τον εαυτό και αρνητικός εσωτερικός διάλογος. Ήρθε η
στιγμή, λοιπόν, να συνειδητοποιήσεις – δεν ασχολούνται όλοι μαζί σου, δεν είσαι
το επίκεντρο της προσοχής ούτε το κέντρο του κόσμου – με την καλή έννοια. Αυτό
θα σε βοηθήσει να χαλαρώσεις και να απολαύσεις τις εμπειρίες σου, θα σε στηρίξει
να είσαι ο αυθεντικός σου εαυτός. Θα σου δείξει έναν τρόπο για να ξεπεράσεις
την υποκειμενική σου εμπειρία και την αίσθηση ότι ο κοινωνικός προβολέας
εστιάζει κατευθείαν πάνω σου και σε διαπερνά περισσότερο από ότι πραγματικά
συμβαίνει σε οικογενειακές, επαγγελματικές ή φιλικές καταστάσεις. Θα μπορέσεις
να διαχειριστείς τον φόβο της απόρριψης, αλλά και την αγωνία της αποδοχής.
Όλοι κάνουμε
λάθη. Δε χρειάζεται να αρέσουμε σε όλους.
Και μην ξεχνάς
ότι δεν είσαι ο μόνος ή η μόνη. Πολλοί άνθρωποι έχουν αισθανθεί άβολα και θα
δείξουν ενσυναίσθηση και επιείκεια. Από την άλλη, δεν έχεις μόνο εσύ επιτυχίες,
και οι άλλοι κάτι κατορθώνουν ανάλογα με τις δυνατότητές τους. Οπότε, τις
περισσότερες φορές, δε βρίσκεσαι στο κοινωνικό μικροσκόπιο. Και να βρίσκεσαι, τι
έγινε; Κανείς δεν είναι τέλειος.
Βιβλιογραφία:
Chen, J., Short, M., & Kemps,
E. (2020). Interpretation bias in social anxiety: A systematic review and
meta-analysis. Journal of Affective Disorders, 276, 1119–1130.
Clark, D. M., & McManus, F.
(2002). Information processing in social phobia. Biological Psychiatry, 51(1),
92–100.
Clark, D. M., & Wells, A.
(1995). A cognitive model of social phobia. In R. G. Heimberg, M. Liebowitz, D.
A. Hope, & F. R. Schneier (Eds.), Social phobia: Diagnosis, assessment, and
treatment, (pp. 69–93). The Guilford Press.
Cooks, J. A., & Ciesla, J. A.
(2019). The impact of perfectionism, performance feedback, and stress on affect
and depressive symptoms. Personality and Individual Differences, 146, 62–67.
Fehm, L., Hoyer, J., Schneider,
G., Lindemann, C., & Klusmann, U. (2008). Assessing post-event processing
after social situations: A measure based on the cognitive model for social
phobia. Anxiety, Stress, & Coping, 21(2), 129–142.
Gilovich, T., Husted Medvec, V.,
& Savitsky, K. (2000). The spotlight effect in social judgment: An
egocentric bias in estimates of the salience of one's own actions and
appearance. Journal of Personality and Social Psychology, 78 (2), 211-222.
Gilovich, T., & Savitsky, K.
(1999). The spotlight effect and the illusion of transparency: Egocentric
assessments of how we are seen by others. Current Directions in Psychological
Science, 165-168.
Mingus, K. (2021). How egocentric
biases maintain social anxiety: A literature review. Oregon Undergraduate
Research Journal, 19.1.
Heimberg, R. G., Brozovich, F.
A., & Rapee, R. M. (2014). A cognitive-behavioral model of social anxiety
disorder. In S. G. Hofmann & P. M. DiBartolo (Eds.), Social anxiety:
Clinical, developmental, and social perspectives (3rd ed., pp. 704–728).
Elsevier Academic Press.
Kuckertz, J. M., & Amir, N.
(2014). Cognitive biases in social anxiety disorder. In S. G. Hofmann & P.
M. DiBartolo (Eds.), Social anxiety: Clinical, developmental, and social
perspectives (3rd ed., pp. 483– 510). Elsevier Academic Press.
Leary, M. R., & Kowalski, R.
M. (1995). The self-presentation model of social phobia. In R. G. Heimberg, M.
R. Liebowitz, D. A. Hope, & F. R. Schneier (Eds.), Social phobia:
Diagnosis, assessment, and treatment (pp. 94–112). The Guilford
Press.
Σύντομα Βιογραφικά Σημειώματα Συγγραφέων
Η Σοφία Πρωτόπαπα είναι Σύμβουλος Ψυχικής Υγείας και Σταδιοδρομίας. Έχει κάνει σπουδές στην Ιστορία, την Οργανωσιακή Ψυχολογία, την Κλινική Συμβουλευτική Ψυχικής Υγείας και στις Κοινωνικές Επιστήμες. Έχει λάβει την πιστοποίηση Global Career Development Facilitator από το National Board of Certified Counselors των Η.Π.Α. Υλοποιεί εργαστήρια αυτογνωσίας και ανάπτυξης δεξιοτήτων συμβουλευτικής για νέους θεραπευτές, θεραπευτικές ομάδες για τη διαχείριση του κοινωνικού άγχους, την καλλιέργεια της αυτοεκτίμησης και την ανάπτυξη ταλέντων και δυνατών σημείων και ομάδες προσωπικής ανάπτυξης σε θέματα όπως Ανθεκτικότητα, Συναισθηματική νοημοσύνη, Αυτογνωσία, Άγχος των εξετάσεων, Growth Mindset και αλλαγή, Ισορροπία επαγγελματικής-προσωπικής ζωής. Ως Σύμβουλος Σταδιοδρομίας, ασχολείται με τη συμβουλευτική εφήβων και γονέων σε θέματα επαγγελματικού προσανατολισμού και ενηλίκων σε θέματα σταδιοδρομίας και εκπαιδευσης συμβούλων σταδιοδρομίας. Από το 2003, είναι καθηγήτρια εφαρμοσμένης ψυχολογίας σε προπτυχιακά και μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών και συμμετέχει σε σεμινάρια και εργαστήρια πάνω στους τομείς εξειδίκευσής της. Έχει συγγράψει, με ομάδα συνεργατών της, τρία βιβλία:
Ηγεσία για Παιδιά: Ένας οδηγός για γονείς, εκπαιδευτικούς και προπονητές για την ανάπτυξη των ηγετικών χαρακτηριστικών και ικανοτήτων των παιδιών, 2019
Eudaimonia as a way of life: A conversation with Aristotle inspired by the Nicomachean Ethics, 2016
Συναισθηματική Ευημερία-Συναισθηματική Χρεωκοπία: Η μία, η άλλη όψη, 2015.
Η
Πηγές:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου